Tρεις κληρωτοί έφεδροι αξιωματικοί του τουρκικού στρατού, ένας Αρμένης, ένας Κούρδος, ένας Ρωμιός και ένας Εβραίος δεκανέας που υπηρετούν την θητεία τους στα βουλγαρικά σύνορα, είναι η αφετηρία και πηγή της έμπνευσης ενός μυθιστορήματος που γράφτηκε πριν από πολλά χρόνια αλλά εκδόθηκε πριν λίγες μόλις μέρες στην Κωνσταντινούπολη και αποτελεί μέρος της τετραλογίας που γράφτηκε μεταξύ του 1967 και 1994.
Το μυθιστόρημα «Αναβολές και Κατήφοροι» και το τρίτο της τετραλογίας, είναι το πρώτο βιβλίο που εκδίδεται στα ελληνικά στην Τουρκία από τον εκδοτικό οίκο "Ιστό", μετά από μισό περίπου αιώνα διακοπής της ελληνικής εκδοτικής δραστηριότητας στη Πόλη.
Το πρώτο μέρος της τετραλογίας «Το τέλος της Μπαλάντας», το δεύτερο μέρος «Το παραθύρι του βορριά» και το τέταρτο και τελευταίο «Όσοι έφυγαν κι όσοι έμειναν», θα εκδοθούν σύντομα από τον ίδιο εκδοτικό οίκο "Ιστό" στην Πόλη.
«Το όνειρο του Αρμένη ήταν να απολυθεί και να φύγει στην Μασσαλία, ο Κούρδος επιθυμούσε να ζήσει και να δράσει στη Σοβιετική Ένωση κι ο Εβραίος ήθελε να φύγει για την Γιάφφα όπου είχαν ήδη εγκατασταθεί τ΄ αδέλφια του. Ο μόνος που δεν ήξερε τι θα κάνει ήταν ο Έλληνας. Εγώ», λέει ο πατήρ Δοσίθεος, που εξηγεί τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκε η τετραλογία, από τον ίδιο τότε. Πριν γίνει κληρικός του Οικουμενικού Πατριαρχείου ήταν ο Χρήστος Αναγνωστόπουλος.
«Η τετραλογία γράφτηκε μεταξύ του 1967 και 1994, όταν ήμουν ο Χρήστος Αναγνωστόπουλος. Εκφράζει τις τότε αγωνίες και παρατηρήσεις μου, τους τότε κοινωνικούς κύκλους όπου ζούσα και κινιόμουνα, τις τότε εμπειρίες μου. Συνεπώς χρησιμοποιώ το τότε όνομά μου δια του λόγου το αληθές», μας λέει.
«Τον Φεβρουάριο του 1965 αποφοίτησα από την Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου της Πόλης και σε μερικούς μήνες είχα βεβαιωθεί ότι η διατριβή μου στο Ινστιτούτο της Βιολογίας στο Σουλεϊμανιγιέ δεν είχε ελπίδες να τελειώσει, δεδομένου ότι το Κυπριακό βρισκόταν σε μια από τις εξάρσεις του και σε κείνο το Ίδρυμα υπήρχε μια μικρή αλλά εθνικιστικά δραστήρια τουρκοκυπριακή φοιτητική ομάδα. Αποφάσισα να τα παρατήσω για να υπηρετήσω στο στρατό, απλώς για να τελειώνω με μια υποχρέωση», μας λέει ο πατήρ Δοσίθεος, υπεύθυνος σήμερα του Γραφείου Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
«Υπηρέτησα στις Σαράντα Εκκλησιές πολύ κοντά στο Πηγόκαστρο και τη Βιζύη, και ο χειμώνας του 66/67 στην Θράκη ήταν ιδιαίτερα βαρύς. Ιδανικές συνθήκες για να κάθεται κανείς μπρος σε μια θερμάστρα τα κρύα βράδια και να διαβάζει ή να σκέπτεται» .
«Οι εμπειρίες μου στην στρατιωτική θητεία στις Σαράντα Εκκλησιές μαζί με τα όσα συνέβαιναν στο Μόδι όταν άρχισαν οι απελάσεις και τα συμβαίνοντα τότε στο Πανεπιστήμιο, αποτελούν το πρώτο μυθιστόρημα της τετραλογίας, που φέρει τον τίτλο «Το τέλος της Μπαλάντας» το οποίο άρχισα να γράφω στα βουλγαρικά σύνορα και συνέχισα στην Γερμανία μετά το φευγιό μας την σημαδιακή χρονιά του 1968.
Κοινός παρανομαστής για όλη τη τετραλογία, είναι «τα βιώματα κατά το διάστημα του διωγμού», αλλά και πολλές σκέψεις για τις «συνέπειες του φευγιού από την Πόλη σαν αποτέλεσμα της απέλασης των Ελλήνων πολιτών και της έμμεσης εκδίωξης όσων ήταν συνδεδεμένοι μ΄αυτούς».
«Ήταν ένας καλοσχεδιασμένος διωγμός όπως αποδεικνύει ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης στο γνωστό του έργο» , λέει ο πατήρ Δοσίθεος.
Η τετραλογία προσθέτει ακόμα υλικό για σκέψεις γύρω από «μοίρες ανθρώπων που βρίσκονται αντιμέτωποι με εξωγενείς κινδύνους, άτομα με προσωπικά άνισο εξοπλισμό, πολλές φορές ανεπαρκή ψυχικό εξοπλισμό, για να αντιπαλέψουν με παρόμοιες αντιξοότητες».
Άτομα που βλέπουν την προσωπική τους μοίρα να βρίσκεται αντιμέτωπη με πολιτικές στρατηγικές, με επιλογές που γίνονται από άλλους και για λόγους που δεν είναι πάντα προφανείς.
«Και το ερώτημα είναι ποιος έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τους ανθρώπους σαν πιόνια της πολιτικής».
Ο πατήρ Δοσίθεος ευχαριστεί ιδιαίτερα τους εκδότες στον "Ιστό" γιατί «είχαν το δυσεύρετο στην ομογένειά μας θάρρος να αποπειραθούν να ιδρύσουν ελληνόγλωσσο εκδοτικό οίκο στην Πόλη όπου το ελληνόφωνο στοιχείο έχει συρρικνωθεί» .
Το μυθιστόρημα «Αναβολές και Κατήφοροι» και το τρίτο της τετραλογίας, είναι το πρώτο βιβλίο που εκδίδεται στα ελληνικά στην Τουρκία από τον εκδοτικό οίκο "Ιστό", μετά από μισό περίπου αιώνα διακοπής της ελληνικής εκδοτικής δραστηριότητας στη Πόλη.
Το πρώτο μέρος της τετραλογίας «Το τέλος της Μπαλάντας», το δεύτερο μέρος «Το παραθύρι του βορριά» και το τέταρτο και τελευταίο «Όσοι έφυγαν κι όσοι έμειναν», θα εκδοθούν σύντομα από τον ίδιο εκδοτικό οίκο "Ιστό" στην Πόλη.
«Το όνειρο του Αρμένη ήταν να απολυθεί και να φύγει στην Μασσαλία, ο Κούρδος επιθυμούσε να ζήσει και να δράσει στη Σοβιετική Ένωση κι ο Εβραίος ήθελε να φύγει για την Γιάφφα όπου είχαν ήδη εγκατασταθεί τ΄ αδέλφια του. Ο μόνος που δεν ήξερε τι θα κάνει ήταν ο Έλληνας. Εγώ», λέει ο πατήρ Δοσίθεος, που εξηγεί τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκε η τετραλογία, από τον ίδιο τότε. Πριν γίνει κληρικός του Οικουμενικού Πατριαρχείου ήταν ο Χρήστος Αναγνωστόπουλος.
«Η τετραλογία γράφτηκε μεταξύ του 1967 και 1994, όταν ήμουν ο Χρήστος Αναγνωστόπουλος. Εκφράζει τις τότε αγωνίες και παρατηρήσεις μου, τους τότε κοινωνικούς κύκλους όπου ζούσα και κινιόμουνα, τις τότε εμπειρίες μου. Συνεπώς χρησιμοποιώ το τότε όνομά μου δια του λόγου το αληθές», μας λέει.
«Τον Φεβρουάριο του 1965 αποφοίτησα από την Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου της Πόλης και σε μερικούς μήνες είχα βεβαιωθεί ότι η διατριβή μου στο Ινστιτούτο της Βιολογίας στο Σουλεϊμανιγιέ δεν είχε ελπίδες να τελειώσει, δεδομένου ότι το Κυπριακό βρισκόταν σε μια από τις εξάρσεις του και σε κείνο το Ίδρυμα υπήρχε μια μικρή αλλά εθνικιστικά δραστήρια τουρκοκυπριακή φοιτητική ομάδα. Αποφάσισα να τα παρατήσω για να υπηρετήσω στο στρατό, απλώς για να τελειώνω με μια υποχρέωση», μας λέει ο πατήρ Δοσίθεος, υπεύθυνος σήμερα του Γραφείου Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
«Υπηρέτησα στις Σαράντα Εκκλησιές πολύ κοντά στο Πηγόκαστρο και τη Βιζύη, και ο χειμώνας του 66/67 στην Θράκη ήταν ιδιαίτερα βαρύς. Ιδανικές συνθήκες για να κάθεται κανείς μπρος σε μια θερμάστρα τα κρύα βράδια και να διαβάζει ή να σκέπτεται» .
«Οι εμπειρίες μου στην στρατιωτική θητεία στις Σαράντα Εκκλησιές μαζί με τα όσα συνέβαιναν στο Μόδι όταν άρχισαν οι απελάσεις και τα συμβαίνοντα τότε στο Πανεπιστήμιο, αποτελούν το πρώτο μυθιστόρημα της τετραλογίας, που φέρει τον τίτλο «Το τέλος της Μπαλάντας» το οποίο άρχισα να γράφω στα βουλγαρικά σύνορα και συνέχισα στην Γερμανία μετά το φευγιό μας την σημαδιακή χρονιά του 1968.
Κοινός παρανομαστής για όλη τη τετραλογία, είναι «τα βιώματα κατά το διάστημα του διωγμού», αλλά και πολλές σκέψεις για τις «συνέπειες του φευγιού από την Πόλη σαν αποτέλεσμα της απέλασης των Ελλήνων πολιτών και της έμμεσης εκδίωξης όσων ήταν συνδεδεμένοι μ΄αυτούς».
«Ήταν ένας καλοσχεδιασμένος διωγμός όπως αποδεικνύει ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης στο γνωστό του έργο» , λέει ο πατήρ Δοσίθεος.
Η τετραλογία προσθέτει ακόμα υλικό για σκέψεις γύρω από «μοίρες ανθρώπων που βρίσκονται αντιμέτωποι με εξωγενείς κινδύνους, άτομα με προσωπικά άνισο εξοπλισμό, πολλές φορές ανεπαρκή ψυχικό εξοπλισμό, για να αντιπαλέψουν με παρόμοιες αντιξοότητες».
Άτομα που βλέπουν την προσωπική τους μοίρα να βρίσκεται αντιμέτωπη με πολιτικές στρατηγικές, με επιλογές που γίνονται από άλλους και για λόγους που δεν είναι πάντα προφανείς.
«Και το ερώτημα είναι ποιος έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τους ανθρώπους σαν πιόνια της πολιτικής».
Ο πατήρ Δοσίθεος ευχαριστεί ιδιαίτερα τους εκδότες στον "Ιστό" γιατί «είχαν το δυσεύρετο στην ομογένειά μας θάρρος να αποπειραθούν να ιδρύσουν ελληνόγλωσσο εκδοτικό οίκο στην Πόλη όπου το ελληνόφωνο στοιχείο έχει συρρικνωθεί» .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου